- φαλλοϊδίνη
- η, Ν(βιοχ.) πολυπεπτίδιο, προϊόν συμπύκνωσης επτά αμινοξέων, το οποίο αποτελεί το κύριο τοξικό συστατικό τού μύκητα Αmanita phalloides τού γένους αμανίτα.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. phalloidine].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.